Βλάβες από θερμότητα προκαλούνται από αδυναμία του οργανισμού να διατηρήσει τη θερμοκρασία του εντός των φυσιολογικών ορίων, διότι εκτίθεται επί μακρόν σε υψηλή θερμοκρασία ή παράγει υψηλή θερμοκρασία ή δεν είναι σε θέση να την αποβάλλει.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τις διαφορές ανάμεσα στον πυρετό και τη θερμοπληξία.
Ο πυρετός αποτελεί φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού, η οποία ευρίσκεται υπό συνεχή έλεγχο θερμορυθμιστικού μηχανισμού, που βρίσκεται στον εγκέφαλο (υποθάλαμος). Ο μηχανισμός αυτός δεν επιτρέπει συνήθως την άνοδο της θερμοκρασίας άνω των 41οC.
Σε αντίθεση, κατά τη θερμοπληξία, ο μηχανισμός αποβολής θερμότητας δε λειτουργεί και ο θερμορυθμιστικός μηχανισμός είναι αδρανής. Αποτέλεσμα αυτής της διαταραχής είναι η ανεξέλεγκτη αύξηση της θερμοκρασίας. Όταν η θερμοκρασία παραμένει επί αρκετή ώρα άνω των 41οC, αρχίζει η αποδόμηση και καταστροφή των πρωτεϊνών, με αποτέλεσμα το θάνατο των κυττάρων, αρχικά των πλέον ευαίσθητων. Σε κάποια πρόδρομη φάση πριν από τη θερμοπληξία, παρατηρείται η εξάντληση από παρατεταμένη θερμότητα που χαρακτηρίζεται από διαταραχές της πνευματικής λειτουργίας και μυϊκή αδυναμία.
Η θερμοπληξία αποτελεί ιδιαίτερα επείγουσα κατάσταση που έχει θνησιμότητα περίπου 12% επί ενηλίκων.
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Παρά το γεγονός ότι οι βλάβες από παρατεταμένη υψηλή θερμοκρασία είναι πρόβλημα των τροπικών περιοχών, στις ΗΠΑ μεταξύ των ετών1979-1996, έχασαν τη ζωή τους 381 άνθρωποι από θερμοπληξία.
Το έτος 1980, ένα έτος με πολύ υψηλές θερμοκρασίες, 1700 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Άτομα μεγαλύτερα των 50 ετών είναι πλέον ευπαθή στις επιδράσεις της υψηλής θερμοκρασίες και αυτό είναι εμφανές από το γεγονός ότι οι θάνατοι συμβαίνουν σε αυτές τις ηλικίες σε ποσοστό 60-80%, επί του συνόλου των θανάτων με αιτία την έκθεση σε θερμότητα.
Τα παιδιά συμμετέχουν σε ποσοστό 4% και τα περισσότερα από αυτά είναι μικρότερα των 4 ετών. Παιδιά μικρότερα των 2 ετών είναι περισσότερο ευπαθή λόγω υπολειτουργίας των θερμορυθμιστικών μηχανισμών, παρά ταύτα πολύ λίγα εμφανίζουν θερμοπληξία διότι έχουν τη συνεχή φροντίδα ενυδάτωσης από ενηλίκους, καθώς και την προστασία από ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες. Μεγαλύτερα παιδιά και έφηβοι είναι σε κίνδυνο διότι εμφανίζουν δραστηριότητα υπό συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας και υψηλής υγρασίας.
Νέοι αθλητές ασκούνται συχνά υπό ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες, δε λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα σημεία κόπωσης και εξάντλησης που εμφανίζει ο οργανισμός τους, δε διακόπτουν για να ξεκουραστούν σε δροσερό περιβάλλον, καθώς και να λάβουν δροσερά υγρά. Περισσότερες από 1000 περιπτώσεις αθλητών με το σύνδρομο της εξάντλησης καταγράφονται ετησίως στις ΗΠΑ.
Αρκετά συχνά παρατηρείται το φαινόμενο σε τερματισμό μαραθωνοδρόμων (ανδρών και κυρίως γυναικών), όπου στα τελευταία μέτρα εμφανίζεται απώλεια προσανατολισμού και σωματική εξάντληση.
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΘΕΡΜΟΠΛΗΞΙΑΣ
Η διατήρηση της ζωής είναι συνδεδεμένη με την σταθερή θερμοκρασία του σώματος, που διαταράσσεται πολύ δύσκολα και όχι συχνά. Συνήθως υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στην παραγωγή και την αποβολή θερμότητας.
Όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ευρίσκεται μεταξύ 10ο – 60ο C, η θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος διατηρείται στους 37οC ± 0,6. Οι μικρές μεταβολές σχετίζονται με την ώρα της ημέρας, τη φυσική δραστηριότητα, τα γεύματα και την γενικότερη κατάσταση της υγείας.
Ο ανθρώπινος οργανισμός εξοικονομεί θερμότητα με ενδογενή παραγωγή αλλά και εξωγενώς. Στην πρώτη περίπτωση, θερμότητα προσφέρει ο βασικός μεταβολισμός, η μυϊκή δραστηριότητα με τη μορφή της άσκησης ή του μυϊκού τρόμου, από την δράση ορμονών, όπως η θυροξίνη, η αυξητική ορμόνη και η τεστοστερόνη και από την δράση του αυτόνομου νευρικού συστήματος.
Η προσφερόμενη θερμοκρασία από το περιβάλλον, αποτελεί το δεύτερο σκέλος της θέρμανσης του ανθρώπινου οργανισμού.
Ο ανθρώπινος οργανισμός αποβάλλει θερμότητα με τη μεταφορά από το κέντρο του σώματος προς την περιφέρεια, μέσω των αιμοφόρων αγγείων, αλλά και απ΄ ευθείας μέσω των ιστών (μυϊκός, συνδετικός, λιπώδης, υποδόριο, δέρμα).
Από την επιφάνεια του σώματος η θερμότητα αποβάλλεται με τέσσερις μηχανισμούς:
1. Ακτινοβολία της θερμότητας που εκπροσωπεί το 60% περίπου της αποβολής και αυξάνει σε περιπτώσεις αφαίρεσης των ρούχων.
2. Εξάτμιση του ιδρώτα από το δέρμα, από όπου επιτυγχάνεται το 22-25% της αποβολής.
3. Επαφή με ψυχρότερες επιφάνειες και διάχυση της θερμότητας (3%).
4. Αντικατάσταση του θερμού αέρα που καλύπτει σε λεπτό στρώμα το θερμό δέρμα, με ψυχρότερο. Η αποβολή θερμότητας με τον τρόπο αυτό αντιστοιχεί σε 12-15%, αυξάνει όμως σε 60% όταν χρησιμοποιείται αέρας που κινείται, όπως με τη χρήση ανεμιστήρα.
Όταν αυξάνει η θερμοκρασία του περιβάλλοντος θερμαίνεται το δέρμα και η θερμότητα εισέρχεται με ακτινοβολία ή διάχυση. Στην περίπτωση αυτή η μόνη οδός αποβολής είναι η εξάτμιση με ιδρώτα. Η εξάτμιση αυτή αρχίζει να μειώνεται όταν η υγρασία του περιβάλλοντας είναι 75% και ουσιαστικά μηδενίζεται όταν τα επίπεδα της υγρασίας είναι 90-95%.
Το πρωτογενές θερμορυθμιστικό κέντρο ευρίσκεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου. Τις πληροφορίες για τη θερμοκρασία του σώματος τις λαμβάνει από το αίμα που κυκλοφορεί και «λούζει» στην κυριολεξία τον εγκέφαλο. Μικροί θερμικοί αποδέκτες και διαβιβαστές βρίσκονται εγκατεστημένοι στο δέρμα, στο νωτιαίο μυελό, στα όργανα της κοιλίας και στις μεγάλες φλέβες. Όλοι οι παραπάνω αποδέκτες συνδέονται με τον υποθάλαμο. Όταν ο υποθάλαμος λάβει σήμα ότι ανέβηκε η θερμοκρασία, δίνει εντολή για διεύρυνση των περιφερικών αγγείων. Η κυκλοφορία του αίματος στο δέρμα αυξάνει με αυτόν τον τρόπο έως και 800%, που ευνοεί την ακτινοβολία θερμότητας. Συγχρόνως δίνοντας εντολές προς τους ιδρωτοποιούς αδένες για εφίδρωση και με τον τρόπο αυτό αποβάλλεται θερμότητα με την εξάτμιση. Τέλος, ο οργανισμός, με ειδικές εντολές, μειώνει την παραγωγή ενδογενούς θερμότητας.
Η παραγωγή και η αποβολή θερμότητας, διαφέρει στα παιδιά από τους ενηλίκους, τα οποία είναι περισσότερο ευάλωτα στις ακραίες περιβαλλοντικές μεταβολές της θερμοκρασίας και της υγρασίας. Τα παιδιά παράγουν περισσότερο ενδογενή θερμότητα ανά κιλό βάρους σώματος, ιδιαίτερα κατά τη φάση της σωματικής δραστηριότητας, έχουν μεγάλη επιφάνεια σώματος σε σχέση με το βάρος τους και συνεπώς προσλαμβάνουν περισσότερη θερμότητα με ακτινοβολία από το περιβάλλον. Η εφίδρωση είναι πιο περιορισμένη και η θερμοκρασία που απαιτείται για να ιδρώσει ένα παιδί, είναι υψηλότερη. Τα παχύσαρκα παιδιά αντιμετωπίζουν δυσκολότερα την αυξημένη θερμοκρασία.
Πέρα από όλα αυτά, ο άνθρωπος λαμβάνει μέτρα για την αποφυγή πρόκλησης διαταραχών από υπερθέρμανση. Είναι η μετακίνηση σε δροσερότερο περιβάλλον, προσθήκη ή αφαίρεση ενδυμάτων, αλλαγή της δραστηριότητας κλπ. Στα παιδιά δεν ισχύουν αυτά, ιδιαίτερα στα μικρότερα από αυτά. Ένα παιδί μπορεί να υποστεί θερμοπληξία μέσα σε ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο και να μην σκεφθεί να ανοίξει την πόρτα ή το παράθυρο.
Νέοι αθλητές ασκούνται συχνά υπό ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες, δε λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα σημεία κόπωσης και εξάντλησης που εμφανίζει ο οργανισμός τους, δε διακόπτουν για να ξεκουραστούν σε δροσερό περιβάλλον, καθώς και να λάβουν δροσερά υγρά. Περισσότερες από 1000 περιπτώσεις αθλητών με το σύνδρομο της εξάντλησης καταγράφονται ετησίως στις ΗΠΑ.
Αρκετά συχνά παρατηρείται το φαινόμενο σε τερματισμό μαραθωνοδρόμων (ανδρών και κυρίως γυναικών), όπου στα τελευταία μέτρα εμφανίζεται απώλεια προσανατολισμού και σωματική εξάντληση.
Βλάβες από θερμότητα προκαλούνται από αδυναμία του οργανισμού να διατηρήσει τη θερμοκρασία του εντός των φυσιολογικών ορίων, διότι εκτίθεται επί μακρόν σε υψηλή θερμοκρασία ή παράγει υψηλή θερμοκρασία ή δεν είναι σε θέση να την αποβάλλει…